Το υψηλό κόστος διαβίωσης θα ταλαιπωρεί τους Έλληνες πολίτες για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα

Του Δημήτρη Χριστούλια 

Η ακρίβεια σε βασικά αγαθά, όπως είναι τα τρόφιμα, συνεχίζει να αποτελεί το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα, ειδικότερα για τους χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους. Ο πληθωρισμός μάλιστα στα τρόφιμα βρίσκεται εδώ και αρκετούς μήνες, σε ποσοστό πάνω από το 10%. Την ίδια στιγμή αβέβαιο είναι το μέλλον στο «μέτωπο» της ακρίβειας τόσο γιατί οι τιμή στο πετρέλαιο Μπρεντ κινείται σε υψηλά επίπεδα χωρίς να δείχνει σημάδια σταθεροποίησης, όσο και από το γεγονός ότι η χώρα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, όπως είναι οι πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες και πυρκαγιές.

Τα παραπάνω και πολλά ακόμη αποτελούν την καταγραφή του προβλήματος της ακρίβειας αλλά όχι την λύση, η οποία θα πρέπει να δοθεί από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Όμως εάνθέλει κάποιος να αρχίζει να ξετυλίγει τον «Μίτο της Αριάδνης» στο θέμα της ακρίβειας, θα πρέπει να εστιάσει σε σημαντικές παθογένειες που ταλαιπωρούν την ελληνική Οικονομία εδώ και αρκετές δεκαετίες. Παθογένειες, κάποιες από τις οποίες, έχουν περιορισθεί σε σημαντικό βαθμό αλλά σε καμιά περίπτωση δεν έχουν λυθεί, με αποτέλεσμα η ελληνική αγορά να είναι ακόμη εξαιρετικά «ευάλωτη» απέναντι σεσημαντικές αναταράξεις της ευρωπαϊκής ή ακόμη και της παγκόσμιας Οικονομία. Για να μπορέσει κάποιος να προσεγγίσει με σοβαρότητα το μεγάλο πρόβλημα της ακρίβειας θα πρέπει πρωτίστως να εστιάσει στα δομικά προβλήματα της ελληνικής Οικονομίας.

Οι λόγοι της ακρίβειας

Φοροδιαφυγή, αισχροκέρδεια, χαμηλοί μισθοί, ανεπαρκής πρωτογενής τομέας και πολλοί ακόμη λόγοι αναμένεται να διατηρήσουν σε υψηλά επίπεδα το κόστος διαβίωσης για τα ελληνικά νοικοκυριά για πολύ μεγάλο ακόμη χρονικό διάστημα.Σε αυτές τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας έρχονται να προστεθούν και οι παγκόσμιες πληθωριστικές πιέσεις. Η αισχροκέρδεια από ορισμένους επιχειρηματίες διατηρεί τις τιμές σε υψηλά επίπεδα, με τους ελέγχους να πρέπει να εντατικοποιηθούν ακόμη περισσότερο.

Η φοροδιαφυγή ευθύνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό για το γεγονός πώς υπάρχουν πολίτες με «μαύρο» χρήμα τους οποίους δεν «ακουμπά» η ακρίβεια με αποτέλεσμα να μην μειώνεται, στο βαθμό που εκτιμούν ειδήμονες της αγοράς, η ζήτηση για την πλειονότητα των προϊόντων. Ο ανεπαρκής πρωτογενής τομέα έχει ως αποτέλεσμα η επάρκεια σε βασικά αγαθά, όπως είναι τα φρούτα και τα λαχανικά να είναι ελλιπής, με αποτέλεσμα και σ’ αυτή την περίπτωση οι τιμές να διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, ενώ οι εισαγωγές σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι ικανές να συγκρατήσουν ή και να μειώσουν τις τιμές σε ορισμένα προϊόντα.

Και αυτό διότι για την παραγωγή ελληνικών προϊόντων, απαιτούνται μεγάλες εισαγωγές σε πρώτες ύλες. Την ακρίβεια όμως τι αντιλαμβάνεται κάθε πολίτης με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με το εισόδημά τους. Για παράδειγμα, η ακρίβεια δημιουργεί σημαντικά προβλήματα σε μισθωτούς ή συνταξιούχους των 700 και των 800 ευρώ οι οποίοι δαπανούν ένα σημαντικό ποσοστό των μηνιαίων τους εισοδημάτων προκειμένου να καλύψουν βασικές καταναλωτικές ανάγκες. Συνεπώς, οι χαμηλές αποδοχές κάνουν εντονότερο το πρόβλημα της ακρίβειας.

Αδυναμία λύσεων 

Από την πλευρά του, το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να δώσει ουσιαστική και μόνιμη λύση στον «γόρδιο δεσμό» της ακρίβειας. Η μείωση των τιμών κατά τουλάχιστον 5% σε βασικά καταναλωτικά αγαθά και για τουλάχιστον 6 μήνες από τις βιομηχανίες και τους προμηθευτές, επαφίεται στην πρόθεση των επιχειρήσεων. Δηλαδή εάν μια επιχείρηση θέλει ή όχι να μειώσει τις τιμές σε ορισμένα προϊόντα. Μάλιστα, εκπρόσωπος της Ένωσης Σουπερ Μάρκετ Ελλάδος τόνισε πρόσφατα ότι εάν κάποιος πάει να δεσμευτεί για 6 μήνες, πρέπει να το σκεφτεί πολύ γιατί δεν θα έχει περιθώριο ανατροπής της δέσμευσης του»… , συμπληρώνοντας ότι τα μέτρα που ανήγγειλε το υπουργείο θα μπορούσαν και αυτά να βοηθήσουν λίγο.

Την ίδια στιγμή η Ένωση Σούπερ Μάρκετ Ελλάδος εξέδωσε έναν κατάλογο με δέκα προϊόντα και τους λόγους στους οποίους αυξάνονται οι τιμές τους. Για παράδειγμα για τα φρούτα και τα λαχανικά αναφέρεται ότι ευθύνονται οι παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες και η έντονη λειψυδρία σε παραγωγικές περιοχές, η υψηλή ζήτηση και το κόστος καλλιέργειας. Για την τιμή του ελαιολάδου ευθύνεται η μείωση της παραγωγής έως και 70% στην Ισπανία. Για το χοιρινό η μειωμένη παραγωγή στην Ευρώπη και η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού στα σφαγεία.  Τόσο οι κυβερνόντες όσο και οι επιχειρηματίες δεν θα πρέπει να μείνουν στην διαπιστώσεις και στις καταγραφές που αφορούν την ακρίβεια αλλά να δώσουν λύσεις, προκειμένου τα ελληνικά νοικοκυριά να μην βρίσκονται συνεχώς αντιμέτωπα με νέα… κύματα ανατιμήσεων σε εκατοντάδες βασικά αγαθά.

Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις