Η Ένωση Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών ζητά μείωση του ΕΦΚ, στο επίπεδο του μέσου όρου της ΕΕ, με σταδιακή μείωση 10% σε 3 διαδοχικές φάσεις

Ο κλάδος παραγωγής και εμπορίας αλκοολούχων ποτών αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου κλαδικού συστήματος, στο οποίο περιλαμβάνονται επίσης μεγάλα τμήματα της εστίασης και του τουρισμού (κλάδοι φιλοξενίας). Η ευρύτερη εφοδιαστική αλυσίδα αλκοολούχων ποτών αποτελεί έναν από τους πιο δυναμικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας σημαντικά στο ΑΕΠ και την απασχόληση.

Όπως επισημαίνει η Ένωση Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών, από την περίοδο της ύφεσης, οι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα αλκοολούχα ποτά αυξήθηκαν σε ακραίο βαθμό, οδηγώντας τόσο σε συρρίκνωση της νόμιμης αγοράς, όσο και σε αυξημένα κίνητρα για παράνομο εμπόριο, τάσεις που ενισχύθηκαν και από τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών. Ως αποτέλεσμα, από το 2009 και ύστερα έχει μειωθεί αισθητά η συνεισφορά του κλάδου τόσο ως προς το ΑΕΠ όσο και ως προς την απασχόληση, ενώ ταυτόχρονα έχει ενισχυθεί ο αθέμιτος ανταγωνισμός και έχουν μειωθεί τα περιθώρια ανάπτυξης για τις επιχειρήσεις του κλάδου.

Η αναδιάρθρωση του φορολογικού πλαισίου για τα αλκοολούχα ποτά, μέσω της σύγκλισης του συντελεστή ΕΦΚ με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αποτελεί το βασικό μέτρο στήριξης που χρειάζονται οι επιχειρήσεις του κλάδου, ενώ εκτιμάται πως θα ενισχύσει το ΑΕΠ και την απασχόληση. Ακόμη, η σταδιακή μείωση των συντελεστών ΕΦΚ, ακόμη και με τις πλέον μετριοπαθείς εκτιμήσεις, αναμένεται πως θα έχει ουδέτερο ή και θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα και θα συμβάλει στη στήριξη των νόμιμων επιχειρήσεων, ενδυναμώνοντας την ικανότητά τους να αναπτύσσονται, να καινοτομούν, να επενδύουν και να απασχολούν εργαζομένους.

Ο ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα

Η Ελλάδα έχει με διαφορά τον υψηλότερο συντελεστή ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ-27 με βάση την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων καταναλωτών, τον 5ο υψηλότερο σε ονομαστική αξία, καθώς και υπερδιπλάσιο ΕΦΚ από τον μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 1998 μέχρι σήμερα, η φορολογία αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα αυξήθηκε συνολικά οκτώ φορές, με τις τέσσερις αυξήσεις να πραγματοποιούνται εντός του διαστήματος 2009-2010, οδηγώντας σε αύξηση του ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών κατά 125%. Τα αποστάγματα συνεισφέρουν 64% των κρατικών εσόδων, ενώ αντιπροσωπεύουν το 22% της κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης στην ελληνική αγορά.

Οι συνέπειες του υψηλού ΕΦΚ στα αλκοολούχα ποτά για το σύνολο της οικονομίας

Η υπέρμετρη αύξηση του ΕΦΚ, πέραν της μείωσης της κατανάλωσης, των στρεβλώσεων που εμπεριέχει η ισχύουσα πολιτική καθώς και σημαντικά κενά στο ρυθμιστικό πλαίσιο παραγωγής και διακίνησης στα αποστάγματα διήμερων παραγωγών, οδηγεί σε υποκατάσταση της κατανάλωσης νόμιμων ποτών με προϊόντα παράνομης διακίνησης, όπως τα προϊόντα λαθρεμπορίου και νοθείας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Π.Ο.Υ., το παράνομο εμπόριο αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα ανέρχεται σε 11% της συνολικής κατανάλωσης, κάτι το οποίο αποτελεί μία πολύ συντηρητική εκτίμηση σε σχέση με τις εκτιμήσεις του κλάδου που κάνουν λόγο για διπλάσιο τουλάχιστον ποσοστό.

Σε πρόσφατη μελέτη (ΙΟΒΕ, 2024) εκτιμήθηκε ότι οι συνολικές απώλειες φορολογικών εσόδων από το παράνομο εμπόριο αλκοολούχων ποτών ανέρχονται περίπου σε €70 εκ. (μη καταβολή ΕΦΚ και ΦΠΑ), χωρίς να περιλαμβάνονται οι απώλειες από το προϊόν των διήμερων αποσταγματοποιών. Μάλιστα, οι απώλειες φορολογικών εσόδων ενδέχεται να είναι σημαντικά υψηλότερες, καθώς ο κύριος όγκος των παρανόμως διακινούμενων ποτών διοχετεύεται στην επιτόπια αγορά, όπου το έσοδο ΦΠΑ είναι σημαντικά υψηλότερο. Αναφορικά με το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών (χύμα τσίπουρο), οι απώλειες από ΕΦΚ εκτιμώνται σε έως και €90 εκατ., καθώς το συγκεκριμένο προϊόν, αξιοποιώντας το χαμηλό καθεστώς φορολόγησης, διοχετεύεται στην αγορά σε πολλαπλάσιες ποσότητες (είτε χωρίς να δηλώνονται, είτε από παράνομα αποστακτήρια) για εμπορική χρήση.

Συνεπώς, ο περιορισμός του παράνομου εμπορίου αλκοολούχων ποτών, με αναπροσαρμογή του φορολογικού πλαισίου και συντονισμένους ελέγχους στην αγορά, εκτιμάται ότι θα αποφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στα φορολογικά έσοδα, στη δημόσια υγεία, στη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων και στην απασχόληση, ενδυναμώνοντας το πλαίσιο λειτουργίας των υγιών επιχειρήσεων του κλάδου.

Τέλος, οι στρεβλώσεις της πολιτικής ΕΦΚ – ο βασικός συντελεστής ΕΦΚ είναι 7πλάσιος του συντελεστή που επιβάλλεται στο δηλωμένο απόσταγμα διήμερων παραγωγών και 2πλάσιος σε σχέση με τον συντελεστή ΕΦΚ ούζου, τσίπουρου και μπύρας – ενθαρρύνουν την υποκατάσταση των αλκοολούχων ποτών (αποστάγματα) με ποτά άλλων κατηγοριών που, αν και επίσης περιέχουν αιθυλική αλκοόλη, έχουν σημαντικά χαμηλότερη ή μηδενική συνεισφορά στα φορολογικά έσοδα υπονομεύοντας τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα των κρατικών εσόδων.

Η πρόταση για σταδιακή προσαρμογή του ΕΦΚ στο επίπεδο του μέσου όρου της ΕΕ

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ (2024) εκτίμησε την επίδραση της σταδιακής μείωσης ΕΦΚ αλκοολούχων από το υφιστάμενο επίπεδο των €2.550 ανά 100 lt αιθυλικής αλκοόλης στα €1.800 ανά 100 lt αιθυλικής αλκοόλης (μέσος όρος ΕΕ) σταδιακά σε 3 διαδοχικές φάσεις. Η προσαρμογή του ΕΦΚ δεν αναμένεται να οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση της πραγματικής κατανάλωσης, αλλά αντίθετα θα βοηθήσει στη μετακίνηση ποσοτήτων από τα παράνομα προς τα νόμιμα αλκοολούχα ποτά. Με τη μείωση στα €1.800 εκτιμάται ότι προκύπτουν θετικά αποτελέσματα στην οικονομία.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η σύγκλιση του ΕΦΚ με τον μέσο όρο της ΕΕ θα έχει θετική επίδραση στην ελληνική οικονομία, οδηγώντας σε:

  • Αύξηση των πωλήσεων νόμιμων προϊόντων κατά περίπου 10% μέχρι το 2026, σε σύγκριση με το σενάριο διατήρησης του ΕΦΚ.
  • Ενίσχυση του ΑΕΠ κατά περίπου €325 εκ. την περίοδο 2024-2026.
  • Αύξηση της απασχόλησης σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού αλκοολούχων ποτών κατά 11,3 χιλ. θέσεις πλήρους απασχόλησης.
  • Ουδέτερο ή και θετικό δημοσιονομικό ισοζύγιο με συνολική μεταβολή εσόδων (ΕΦΚ, ΦΠΑ, φόροι εισοδήματος) έως και €8,0 εκ.
  • Επέκταση της εγχώριας παραγωγής κατά 10% σε βάθος τριετίας (σε σύγκριση με το σενάριο διατήρησης του ΕΦΚ), προστατεύοντας τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας στην περιφέρεια.
  • Ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και απελευθέρωση κεφαλαίων που θα μπορούν να κατευθυνθούν σε τομείς επιχειρηματικής δράσης όπως η έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων, η απασχόληση νέου επιστημονικού προσωπικού και η προβολή των ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές.
  • Τόνωση των κινήτρων για διάθεση νόμιμων προϊόντων στα κανάλια επιτόπιας κατανάλωσης (τουριστικός τομέας και εστίαση) και ενίσχυση της νόμιμης κατανάλωσης κατά 4,0% ετησίως.
  • Εξορθολογισμός του φορολογικού πλαισίου τοποθετώντας την Ελλάδα πλησιέστερα σε χώρες που έχουν αντίστοιχο τουριστικό προϊόν, όπως η Πορτογαλία και η Ιταλία.
  • Μείωση της λιανικής τιμής πώλησης μιας τυπικής φιάλης αλκοολούχου ποτού κατά 10,7% μεταξύ 2023-2026.

Η συνεισφορά της ευρύτερης εφοδιαστικής αλυσίδας αλκοολούχων ποτών στην ελληνική οικονομία

Ο κλάδος παραγωγής και εμπορίας αλκοολούχων ποτών αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου κλαδικού συστήματος, στο οποίο περιλαμβάνονται επίσης η εστίαση και ο τουρισμός, με σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων και εργαζομένων. Όπως αποτυπώνεται και από τα παρακάτω νούμερα, η συμβολή της ευρύτερης εφοδιαστικής αλυσίδας αλκοολούχων ποτών στην ελληνική οικονομία για το 2022 υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική:

    • Η συνολική συνεισφορά υπολογίζεται στα €2,1 δισ. στο ΑΕΠ της Ελλάδας
    • Απασχολήθηκαν 72,7 χιλ. εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης
    • Οι φόροι και οι εισφορές άγγιξαν τα €616 εκ.

Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις