Δραστηριοποιείται πλέον σε μία συνολική αγορά που ξεπερνά τα 600 εκατ. ευρώ έχοντας εισέλθει σε νέες προϊοντικές κατηγορίες

Από το 1917, όταν ξεκίνησε από το εργοστάσιο, τότε, της εταιρείας στον Πειραιά, η παραγωγή πράσινου σαπουνιού μπουγάδας και κύβων σαπουνιού Μασσαλίας για ευρεία κατανάλωση, η Παπουτσάνης ήταν για πολλές δεκαετίες απόλυτα συνδεδεμένη στη συνείδηση των καταναλωτών με το σαπούνι.

Σχεδόν 155 χρονιά μετά την ίδρυσή της, η ελληνική βιομηχανία αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη σαπωνοποιία στην Ευρώπη και παράλληλα, έχοντας μπει και σε νέες κατηγορίες προϊόντων, της οικιακής φροντίδας και της προσωπικής περιποίησης, δραστηριοποιείται σε μία συνολική αγορά που ξεπερνά τα 600 εκατ. ευρώ.

Της Ρομίνας Νικηφόρου

Στην πλήρως καθετοποιημένη μονάδα της στο Βαθύ Αυλίδος, η παραγωγική δυναμικότητα στο σαπούνι, αντιστοιχεί σε ποσότητα που θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της Ελλάδας για περίπου 20 χρόνια. Συγκεκριμένα, ανέρχεται σε 900 σαπούνια ανά λεπτό και συνολικά 40.000 τόνους ετησίως. 

Παράλληλα όμως η Παπουτσάνης έχει αποκτήσει σημαντική θέση στις κατηγορίες προσωπικής περιποίησης και αναπτύσσεται δυναμικά στις αγορές της οικιακής φροντίδας. Τα επώνυμα προϊόντα της που αποτελούν το 32% του συνολικού κύκλου εργασιών, φέρουν τα εμπορικά σήματα Aromatics, Karavaki, Natura, ΑΡΚΑΔΙ, Πράσινο Σαπούνι Παπουτσάνης, Σαπούνι Γλυκερίνης Παπουτσάνης, Olivia Thinks, Olivia, Good to Declare, Le Jardin Med, Olive Care, Skin Essentials, Papoutsanis Family, Papoutsanis Kids, Skin2Soul, κ.α..

Παράγει επίσης σαπούνια και καλλυντικά για λογαριασμό τρίτων (41% του κύκλου εργασιών)  ενώ  αποτελεί τον μεγαλύτερο προμηθευτή ξενοδοχειακών προϊόντων προσωπικής περιποίησης στην Ελλάδα (15% του κύκλου εργασιών). Ο νεότερος  πυλώνας δραστηριότητας της εταιρείας είναι εκείνος των ειδικών σαπωνομαζών – σχεδόν στο σύνολο του εξαγωγικός – με τον τζίρο του 2024 να φτάνει στα 11,3 εκατ. ευρώ, έχοντας ξεκινήσει από 0,5 εκατ. ευρώ το 2015.

Ο στόχος των 100 εκατ. ευρώ και οι νέες επενδύσεις

Στόχος, όπως ανέφερε ο επικεφαλής της εταιρείας, Μενέλαος Τασόπουλος, στο πλαίσιο δημοσιογραφικής ενημέρωσης στις εγκαταστάσεις της εταιρείας, είναι ο τζίρος της Παπουτσάνης να ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ έως το 2028, συνεχίζοντας ουσιαστικά να διπλασιάζει τον κύκλο εργασιών κάθε 5ετία, όπως επιτυγχάνει από το 2015.

Παράλληλα σε συνέχεια των επενδύσεων ύψους 20 εκατ. ευρώ της τελευταίας τριετίας, η εταιρεία σχεδιάζει νέες επενδύσεις ύψους 4 -5 εκατ. ευρώ ετησίως,  μεταξύ άλλων, για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και μείωση του παραγωγικού κόστους καθώς και την επέκταση της δυναμικότητας στις αποθήκες.

Ιδιαίτερα σημαντικό πεδίο για την Παπουτσάνης είναι η εξαγωγικής της δραστηριότητα καθώς αποτελεί περίπου το 54% του τζίρου της. Πραγματοποιώντας  εξαγωγές σε 35 χώρες και διατηρώντας σταθερές συνεργασίες με μεγάλες διεθνείς αλυσίδες λιανικής και πολυεθνικούς ομίλους για περισσότερο από μια 10ετία, για τις παραγωγές τρίτων και τις ειδικές σαπωνόμαζες.

Οι νέες προοπτικές ανάπτυξης που βλέπει η η διοίκηση της εταιρείας σε ό,τι αφορά τις συνεργασίες της, προκύπτουν και από το γεγονός ότι εταιρείες της Κεντρικής Ευρώπης προχωρούν σε περιορισμό της παραγωγικής τους δραστηριότητας, όπως σημείωσε ο κ.  Τασόπουλος. Πρόσθεσε μάλιστα πως γερμανική εταιρεία σαπωνομαζών η οποία έκλεισε το ένα από τα δύο εργοστάσιά της, έχει προτείνει την Παπουτσάνης στους πελάτες της προκειμένου να καλύψει μέρος των αναγκών που θα προκύψουν.

Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη των επώνυμων προϊόντων της στο εξωτερικό, η Ρουμανία και η Κύπρος αποτελούν τις αγορές – πιλότους, για την ενίσχυση την παρουσία της, με την εταιρεία να εστιάζει κυρίως σε γειτονικές χώρες, όπως τα Βαλκάνια και η Ιταλία.

Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις