Αλκοολούχα ποτά: «Χάλκινο μετάλλιο» στις τιμές η Ελλάδα στην ΕΕ

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής που επεξεργάσθηκε ο ΣΕΑΟΠ
Τρίτη ακριβότερη χώρα στην ΕΕ ως προς τις λιανικές τιμές πώλησης των οινοπνευματωδών ποτών (αλκοολούχα, μπύρα, οίνος) κατατάσσεται η Ελλάδα για το 2024, με δείκτη τιμών 154 ο οποίος είναι κατά 54% υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Σύμφωνα με τα πιο στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής (Eurostat, Ιούνιος 2025) που επεξεργάσθηκε ο ΣΕΑΟΠ,τα επίπεδα τιμών στα οινοπνευματώδη ποτά ήταν κατά τρεισήμισι φορές υψηλότερα στην Ιρλανδία, την ακριβότερη χώρα το 2024 (με δείκτη 285), σε σύγκριση με την Ιταλία την πιο φθηνή (με δείκτη τιμών 83,9). Αυτή η μεγάλη διακύμανση τιμών δεν προκαλεί εντύπωση καθώς οφείλεται στις μεγάλες διαφορές στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στις 36 χώρες.
Ακριβότερη από τις 36 χώρες, στα ποτά με αλκοόλη ήταν η Ισλανδία, με τιμές 185% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (δείκτης τιμών 285,1), ακολουθεί η Νορβηγία με δείκτη τιμών 225,8, (κατά 102,2% υψηλότερο από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο) και η Φιλανδία με δείκτη τιμών 210,4 που είναι η ακριβότερη εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα χαμηλότερα επίπεδα τιμών, καταγράφηκαν στην Ιταλία με δείκτη τιμών 83,9 (16% κάτω του μέσου κοινοτικού όρου), τη Γερμανία με δείκτη 86,7 (12% κάτω του μέσου όρου της ΕΕ-27) και την Αυστρία με δείκτη τιμών 89,7.
Ακριβότερη μεταξύ των τουριστικά ανταγωνιστικών της χωρών η Ελλάδα
Η Ελλάδα είναι η 3η πιο ακριβή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, με δείκτη τιμών 154 (κατά 54% υψηλότερα από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο).
Παράλληλα αποτελεί την ακριβότερη χώρα μεταξύ των μεσογειακών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών όπως η Κροατία (με 125,6), η Μάλτα (με 125,3), η Κύπρος (με 119,2), η Πορτογαλία (με 109,1), η Γαλλία (με 102,3), η Ισπανία (με 90,5) και η Ιταλία (με 83,9). Κατατάσσεται επίσης στην 6η θέση μεταξύ των 36 χωρών (συμπεριλαμβανομένων τόσο των χωρών της ΕΖΕΣ /Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών, των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων και της Τουρκίας). Αξίζει εδώ, να επισημανθεί ότι προηγούνται, οι βόρειες χώρες και η Τουρκία, που αντιμετωπίζουν διαφορετικά το θέμα του αλκοόλ.
Η θέση αυτή της Ελλάδα, προφανώς εξηγείται από τον πολύ υψηλό Ειδικό φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) των αλκοολούχων ποτών που ισχύει στη χώρα μας και το ΦΠΑ, τιμές που ανεβάζουν σημαντικά το κόστος για τον τελικό καταναλωτή, δημιουργώντας παράλληλα κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη του παράνομου εμπορίου, επισημαίνει ο ΣΕΑΟΠ. Συγκεκριμένα ο ΕΦΚ των αλκοολούχων ποτών (σε απόλυτες τιμές) είναι κατά 35% υψηλότερος του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε σύγκριση με χώρες που προσφέρουν αντίστοιχο τουριστικό προϊόν, η Ελλάδα έχει κατά €1.190 υψηλότερο ΕΦΚ από τη Μάλτα, €651 υψηλότερο από τη Γαλλία και πάνω από €1.500 από Ιταλία, Ισπανία, Κροατία και Κύπρο.
Όπως επισημαίνει ο Σ.Ε.Α.Ο.Π., ο Ε.Φ.Κ. τα τελευταία χρόνια, (μετά τις διαδοχικές αυξήσεις) αντιστοιχεί στο 1/3 της τελικής τιμής των αλκοολούχων ποτών, ενώ συνδυαστικά με το Φ.Π.Α, οι φόροι αποτελούν το 55% της τελικής τιμής ενός τυπικού αλκοολούχου ποτού. (50% στο τσίπουρο & την τσικουδιά και 57% στο ούζο).
Ενδεικτικό των επιπτώσεων που είχαν στις τιμές οι διαδοχικές αυξήσεις του ΕΦΚ και του ΦΠΑ είναι το γεγονός ότι το 2009, στην Ελλάδα οι τιμές ήταν κατά 8% υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ το 2024 είναι κατά 54% πιο υψηλά, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην τρίτη υψηλότερη θέση το 2024 μεταξύ των χωρών της ΕΕ 27.
Η πρόταση του ΣΕΑΟΠ
Με βάση όλα τα παραπάνω ο Σ.Ε.Α.Ο.Π., προτείνει τη σταδιακή προσαρμογή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης των αλκοολούχων ποτών σε βάθος τριετίας στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, μέτρο το οποίο είναι δημοσιονομικά ουδέτερο ή και θετικό (Μελέτη ΙΟΒΕ Φεβρουάριος 2024:Ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα – «Οικονομικές επιδράσεις από τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα αλκοολούχα ποτά»), καθώς αναμένεται :
- να αποτελέσει ανάχωμα στις πληθωριστικές πιέσεις,
- να οδηγήσει σε μείωση των τελικών τιμών καταναλωτή,
- να περιορίσει τα φαινόμενα λαθρεμπορίου και της φοροδιαφυγής,
- να ενισχύσει τη ρευστότητα και την δυναμική των επιχειρήσεων παραγωγής αποσταγμάτων (καθώς θα απελευθερωθούν κεφαλαία για επενδύσεις στην έρευνα την καινοτομία, και το marketing) ,
- να εξυγιάνει τον ανταγωνισμό στον κλάδο και την εφοδιαστική του αλυσίδα,
- να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος της χώρας.
Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις